Αίγυπτος στα ιερογλυφικά
Στα Αρχαία Αιγυπτιακά το όνομα της χώρας ήταν Kemet (km.t), που σημαίνει «Μαύρη γη», αναφερόμενο στα εύφορα μαύρα ιζήματα του Νείλου στα ετήσια πλημυριζόμενα από το Νείλο χωράφια, διαφοροποιούμρνο έτσι από την «Κόκκινη γη» (dsr.t) της ερήμου. Το όνομα άλλαξε από «kīmi» σε «kīmə» στην Κοπτική Περίδο της Αιγυπτιακής Γλώσσας και εμφανίστηκε στα (πολύ) Αρχαία Ελληνικά αε «Χημία» («Khēmía»). Ένα άλλο όνομα ήταν το «t3-mry», που σημαίνει «χώρα της όχθης του ποταμού». Τα ονόματα της Άνω και Κάτω Αιγύπτου ήταν «Ta-Sheme’aw» («t3-šmˁw»), δηλαδή «χώρα σπαρτών», και «Ta-Mehew» («t3 mḥw»), δηλαδή «βόρεια χώρα», αντίστοιχα.
Η ελληνική ονομασία «Αίγυπτος» προέρχεται από την αρχαιότερη Γραμμική Β΄ «a-ku-pi-ti-yo», που μεταφέρθηκε στα Αρχαία Ελληνικά με τη σύγχρονη μορφή του. Το επίθετο «αιγύπτιος» μετατράπηκε στα Κοπτικά ως «γύπτιος», «κύπτιος» και από εκεί ατα Αραβικά ως «qubṭī» και μετά σε «qubṭ» στα Αγγλικά Κοπτικά. Η ελληνική ονομασία φέρεται ότι προέρχονταν από τη νεώτερη αρχαίας Αιγυπτιακή φράση (Αμάρνα) «Hikuptah», που προερχόταν από την παραφθορά της αρχαιότερης «Hwt-ka-Ptah» («ḥwt-k3-ptḥ»), που «σήμαινε οίκος της ψυχής (ka) του Πτα», ονομασία ενός ναού του θεού Πτα στη Μέμφιδα. Πάντως, ο Στράβων είχε δώσει την «παραδοσιακή» ετυμολογία, σύμφωνα με την οποία το Αίγυπτος προέρχονταν από το συνδιασμό των λέξεων «Αιγίαο» και «υπτίως», δηλαδή «κάτω (νότια) από το Αιγαίο (Πέλαγος)».
Το «Miṣr», το Αραβικό και σύγχρονο επίσημο όνομα της Αιγύπτου (στα Αιγυπτιακά Αραβικά «Maṣr», είναι σημιτικής προέλευσης, απευθείας παράγωγη από άλλες σημιτικές λέξεις για την Αίγυπτο, όπως η Εβραϊκή «מִצְרַיִם» («Mitzráyim»), που σημαίνει «τα δυο στενά», σε αναφορά της παλαιάς δυναστικής διαίρεσης σε Άνω και Κάτω Αίγυπτο. Η ίδια λέξη πολύ συχνά μεταφράζεται και σαν «μητρόπολη», «πολιτισμός», «χώρα» ή «συνοριακή γη».
ΠΗΓΗ : www.wikipedia.org