Τα στρατεύματα του σουλτάνου Σελίμ αποβιβάστηκαν στις Αλυκές (Λάρνακα) στις 3 του Ιούλη του 1570, με αρχιστράτηγο το Λαλά Μουσταφά πασά (γνωστό και ως Καρά Μουσταφά λόγω της Αραβο-συριακής καταγωγής του) και με αρχηγό της συνεργαζόμενης ναυτικής δύναμης το ναύαρχο Πιαλή πασά. Από εκεί έκανε επιχείρηση στα Λεύκαρα προσπαθώντας να ελκύσει τον πληθυσμό.
Η Λευκωσία άντεξε μια πολιορκία 44 ημερών, που άρχισε στις 27 Ιούλη και τερματίστηκε με την άλωση της πόλης στις 9 Σεπτέμβρη του 1570. Στην Αμμόχωστο, ο αρχηγός των αμυνομένων Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος, ο στρατηγός Αστόρρε Βαγλιόνε, ο αρχηγός του πυροβολικού Λουδοβίκος Μαρτινέγκο και οι λοιποί, έμαθαν την είδηση της πτώσης της Λευκωσίας στις 11 Σεπτέμβρη, όταν παρέλαβαν στην Αμμόχωστο, μέσα σε δίσκο, την κομμένη κεφαλή του αντιστράτηγου της Κύπρου Νικολάου Δάνδολο, που συνοδευόταν από επιστολή του Μουσταφά πασά με την οποία ζητούσε να του δοθεί η πόλη της Αμμοχώστου.
Παρόμοια επιστολή, μαζί με δύο κομμένες κεφαλές, έστειλε ο Μουσταφά πασάς και στους υπερασπιστές της Κερύνειας, οι οποίοι ζήτησαν εντολές από την Αμμόχωστο για το τι έπρεπε να πράξουν. Η Κερύνεια παραδόθηκε αμαχητί στις 14 του Σεπτέμβρη, ενώ την ίδια μέρα έφτασε μπροστά στα τείχη της Αμμοχώστου το τούρκικο ιππικό. Το κύριο σώμα του τουρκικού στρατού έφτασε στην Αμμόχωστο δύο μέρες αργότερα. Από την πόλη βγήκαν Ιταλοί και Έλληνες στρατιώτες, που είχαν με τους Τούρκους την πρώτη τους σύγκρουση. Την επομένη έφτασε στην Αμμόχωστο και ο τουρκικός στόλος που προσορμίστηκε στους Κήπους (Βαρώσια) . Στις 23 Σεπτεμβρίου 1570 οι Τούρκοι έκτισαν πυροβολείο στο βράχο έναντι στον πύργο της Οπλαποθήκης και στις 26-27 άρχισαν το βομβαρδισμό τα πλοία στο λιμάνι και την Ακρόπολη.
Ενισχύσεις από την Αμμόχωστο συνέχισαν να φτάνουν και μετά την πολιορκία της πόλης. Έτσι μεταξύ άλλων στις 6.10.1570 μπήκε ο Πέτρος Ρονδάκχης, που αμέσως διορίστηκε αρχηγός του ιππικού. Στις 8.10.1570 έφτασε ο κρητικός ναύαρχος Φασσιοδόνιος μ’ ένα δίκροτο. Στις 10.1.1571 έφτασαν στην Αμμόχωστο, αφού κατέβηκαν από τα βουνά στα οποία είχαν καταφύγει μετά την άλωση της Λευκωσίας, οι στρατηγοί Κάρολος Ραγουνάσκος, Ιωάννης Βαπτιστής και Κέλιος, ενώ την ίδια μέρα έφτασε από την Ιταλία με αρκετούς στρατιώτες ο στρατηγός Ιωάννης Μαρία Κορνάτι. Έφτασε επίσης ο Άγγελος Δαλάκος, αρχηγός των πυροβολητών στη Λευκωσία, καθώς και ο πυροβολητής Λεονάρδος. Στις 25.1.1571 έφτασαν 15 βενετικά καράβια με πολεμοφόδια και ζωοτροφές, ενώ την ίδια μέρα έγινε σφοδρή μάχη έξω από την πόλη της Αμμοχώστου, που κράτησε 10 ώρες και έληξε με άτακτη φυγή των Τούρκων. Όμως η μεγάλη βοήθεια που αναμενόταν να φτάσει στην πολιορκημένη πόλη από τη Βενετία, και που θα την έφερνε μεγάλος χριστιανικός στόλος, δεν έφτασε ποτέ.
Οι πολιορκημένοι έκαναν αρκετές εξόδους από την Αμμόχωστο, και συγκρούστηκαν επανειλημμένα με τους Τούρκους. Τέτοιες έξοδοι έγιναν στις 3 Μάη 1571, στις 17 Μάη 1571, στις 18 Μάη 1571 κλπ. Στις αντεπιθέσεις αυτές έπαιρναν μέρος Ιταλοί και Έλληνες υπερασπιστές της Αμμοχώστου. Οι Τούρκοι χτυπούσαν την πόλη με τηλεβόλα, ενώ έκαναν ακόμη και πόλεμο λαγουμιών. Δικά τους φρούρια οι Τούρκοι ύψωσαν σε διάφορα σημεία απέναντι από τα τείχη της Αμμοχώστου.
Οι μεγάλες έφοδοι των Τούρκων ενάντια στην Αμμόχωστο ήταν συνολικά επτά, όπως αφηγείται ο στρατηγός Άγγελος Γάττος που είχε πολεμήσει στην Αμμόχωστο και είχε συλληφθεί αιχμάλωτος μετά την παράδοσή της. Η πρώτη μεγάλη έφοδος έγινε την 21 Ιούνη του 1571 κι αποκρούστηκε, οι δε Τούρκοι είχαν τεράστιες απώλειες. Από τους πολιορκουμένους έπεσαν ο κόμης Ιωάννης Φραγκίσκος και οι στρατηγοί Πολύδωρος και Βαρθολομαίος Ραφαέλι. Οι Τούρκοι έκαναν, τη μέρα εκείνη, έξι απανωτές επιθέσεις, που κράτησαν πέντε ώρες. Την επομένη έφτασε στην Αμμόχωστο από την Κρήτη ένα βενετικό καράβι με την είδηση ότι σύντομα θα έφτανε μεγάλος χριστιανικός στόλος από το Καστελόριζο.
Η δεύτερη έφοδος, που ακολούθησε ανατίναξη λαγουμιού που είχαν σκάψει οι Τούρκοι κάτω από τον προμαχώνα Ραβέλιν στον οποίο προξένησε σοβαρές ζημιές, έγινε στις 29 Ιούνη 1571. Ο κύριος όγκος των επιτιθεμένων χτύπησε τον προμαχώνα Ραβέλιν καθώς και τον πύργο της Οπλαποθήκης. Η μάχη ήταν σκληρότατη και οι υπερασπιστές της πόλης απέκρουαν τους επιτιθεμένους σε συγκρούσεις σώμα με σώμα. Τελικά και η δεύτερη αυτή μεγάλη έφοδος αποκρούστηκε, με υποχώρηση των Τούρκων που είχαν και πάλι μεγάλες απώλειες. Από τους υπερασπιστές της Αμμοχώστου σκοτώθηκαν οι στρατηγοί Ιάκωβος Καρνεβάλι και Φραγκίσκος Στράκο, καθώς και αρκετοί αξιωματικοί, Έλληνες και Αλβανοί. Ταυτόχρονα με τη μεγάλη έφοδο του τουρκικού στρατού από την ξηρά, που έκανε συνολικά επτά επιθέσεις, εκδηλώθηκε και μεγάλη έφοδος από τη θάλασσα του τουρκικού στόλου, ο οποίος έκανε έξι επιθέσεις κατά της πόλης κι αποκρούστηκε, κυρίως από τα πυρά των πύργων της Οπλαποθήκης και του Διαμάντη. Τις σοβαρές ζημιές του προμαχώνα Ραβέλιν επιδιόρθωνε ο φημισμένος μηχανικός Ιερώνυμος Μάγγης Αγγιάρι, που είχε σταλεί στην Κύπρο για να ενισχύσει τις οχυρώσεις στα 1570, εργάστηκε για λίγο στη Λευκωσία και τότε βρισκόταν στην πολιορκημένη Αμμόχωστο. Στην επιδιόρθωση των τειχών εργάζονταν, μαζί με το Μάγγη, τις νύχτες κυρίως, πολλοί στρατιώτες καθώς και όλος ο πληθυσμός της Αμμοχώστου, από του πρεσβυτέρου μέχρι του νεωτέρου, την δε ημέραν ώφειλον να υπερασπίζωσι ένοπλοι τα της νυκτός έργα, άτινα όμως δυστυχώς έπ’ ολίγον αντείχον, ένεκα του ότι άμα τη ανατολή του ηλίου οι πρώτοι εχθρικοί πυροβολισμοί κατέστρεφον και ανετίνασσον αυτά… (Α. Γάττος, Διήγησις της τρομεράς πολιορκίας και αλώσεως της Αμμοχώστου…) .
Η τρίτη μεγάλη έφοδος των Τούρκων κατά της Αμμοχώστου έγινε στις 9 Ιούλη 1571 και κατά την ημέρα εκείνη έγιναν επτά συνολικά μεγάλες επιθέσεις που αποκρούστηκαν. Οι Τούρκοι, γράφει ο Α. Γάττος, καίπερ απωλέσαντες πολλά χιλιάδας ανδρών, ουδαμώς εφοβούντο. Όσω δε πλείονες απέθνησκον τοσούτω επολλαπλασιάζοντο και μετά μείζονος δραστηριότητος εφώρμων… Σφοδρή επίθεση δέχτηκε και πάλι ο προμαχώνας Ραβέλιν, στον οποίο κατόρθωσαν να αναρριχηθούν πολλοί Τούρκοι, οπότε οι υπερασπιστές του τον ανατίναξαν. Ο Α. Γάττος λέει ότι από την ανατίναξη αυτή σκοτώθηκαν 1.500 Τούρκοι και 150 υπερασπιστές της πόλης, μεταξύ των οποίων και ο στρατηγός Ροβέρτος Μαλβέζι από τη Μπολώνια. Οι Τούρκοι κατόρθωσαν επίσης να καταλάβουν τον προμαχώνα Ανδρούτσι, όμως τελικά απωθήθηκαν.
Η τέταρτη μεγάλη έφοδος έγινε στις 14 Ιούλη 1571 και στρεφόταν ιδιαίτερα κατά του προμαχώνα Ραβέλιν, που είχε ήδη υποστεί εκτεταμένες ζημιές. Η επίθεση συνεχίστηκε και την επομένη. Οι υπερασπιστές της πόλης ανατίναξαν δικό τους λαγούμι στην αριστερή πλευρά του προμαχώνα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 700 περίπου Τούρκοι. Στις 19 του μήνα οι Τούρκοι επιτέθηκαν κατά του προμαχώνα Ανδρούτσι, ενώ στις 20 χτύπησαν σφοδρά τον πύργο της Οπλαποθήκης.
Στις 28 του Ιούλη έγινε ανακωχή και ήρθε στην Αμμόχωστο απεσταλμένος του Μουσταφά πασά με επιστολή του που ζητούσε να του παραδοθεί η πόλη με όρους, που οι Χριστιανοί υπερασπιστές θα της έθεταν. Αφού οι αρχηγοί των πολιορκουμένων έκαναν σύσκεψη, απάντησε για λογαριασμό όλων ο γενικός αρχιστράτηγος της Κύπρου Αστόρε Βαγλιόνε: “…Η πόλη είναι διατεθειμένη να αγωνιστεί και υπέρ της τελευταίας σπιθαμής των τειχών τούτων και αν μας χαιρετίσετε με το πυροβολικό σας, και εμείς με το πυροβολικό μας θα απαντήσουμε… Όλοι επιθυμούμε να συνεχίσουμε τον αγώνα και με το δόρυ και με το ξίφος…”.
Την επομένη οι Τούρκοι έκαναν την πέμπτη μεγάλη τους έφοδο, που και πάλι αποκρούστηκε. Όμως ήδη η πόλη υπέφερε τρομερά τόσο από έλλειψη τροφών όσο και από έλλειψη πολεμοφοδίων. Και οι απώλειες μεταξύ των υπερασπιστών της Αμμοχώστου ήταν μεγάλες, ενώ πολλά σημεία των οχυρώσεων είχαν υποστεί σημαντικές καταστροφές. Η συνέχιση της αντίστασης ήταν πια μοναδικός άθλος.
Ωστόσο η πόλη κατόρθωσε να αντέξει και να απωθήσει την πιο μεγάλη και πιο σφοδρή επίθεση εναντίον της, που έγινε στις 30 Ιούλη 1571, και που κράτησε από το πρωί μέχρι το βράδυ. Η γενική αυτή επίθεση από την ξηρά και από τη θάλασσα, που εννέα φορές έφερε τους Τούρκους πάνω στα τείχη, εννέα φορές αποκρούστηκε με δόρατα, ξίφη, πέτρες και ξύλα. Το πυροβολικό των υπερασπιστών της Αμμοχώστου αδρανούσε ήδη εξαιτίας της έλλειψης πολεμοφοδίων.
Η έβδομη έφοδος των Τούρκων έγινε την επόμενη μέρα, 31 Ιούλη, κατά την οποία έγιναν τρεις επιθέσεις που και πάλι αποκρούστηκαν. Τέτοια ήταν η έλλειψη εφοδίων, ώστε οι αρχηγοί γύριζαν στην πόλη και εξόρκιζαν τους κατοίκους να φέρουν, στο όνομα του Χριστού, κάθε εφόδιο, ιδίως πυρίτιδα και τρόφιμα, που δυνατό να κατείχαν. Μετά από μεγάλη έρευνα βρήκαν επτά βαρέλια πυρίτιδας, όμως ούτε ίχνος τροφίμων. Την ίδια μέρα οι Τούρκοι ύψωσαν πάλι σημαία ανακωχής και άρχισαν διαπραγματεύσεις για την παράδοση της πόλης, η οποία είχε τελικά λυγίσει μετά από 11μηνη σκληρή πολιορκία, όχι από τις υπέρτερες από κάθε άποψη δυνάμεις των Τούρκων, αλλά από την πείνα.
Οι όροι των υπερασπιστών της πόλης, τους οποίους αποδέχτηκε ανεπιφύλακτα ο Μουσταφά πασάς, ήταν δύο:
Οι Ιταλοί που βρίσκονταν στην Αμμόχωστο θα αναχωρούσαν στην Κρήτη, μαζί με τις οικογένειες, τα όπλα και τις αποσκευές τους. Μαζί τους θα αναχωρούσαν και όσοι Έλληνες, Αλβανοί και Τούρκοι ήθελαν, διαφορετικά θα παρέμεναν ελεύθεροι στην Κύπρο.
Οι Έλληνες που θα παρέμεναν θα ήταν ελεύθεροι, θα προστατευόταν η τιμή και η περιουσία τους και θα τους δινόταν προθεσμία 2 χρόνων να αποφασίσουν για το μέλλον τους. Αν αποφάσιζαν να παραμείνουν στην Κύπρο, θα τους παραχωρούσαν τα κτήματά τους. Όσοι αποφάσιζαν να φύγουν, θα μπορούσαν να το κάνουν με ασφάλεια.
Οι όροι της συμφωνίας υπογράφηκαν την 1η Αυγούστου 1571. Την επομένη, τα γυναικόπαιδα άρχισαν να επιβιβάζονται σε τουρκικά καράβια και ακολούθησε η επιβίβαση των ανδρών. Τελικά όλοι αυτοί, αντί να πλεύσουν ασφαλείς προς την ελευθερία, έπλευσαν σιδηροδέσμιοι προς την αιχμαλωσία και την ατίμωση. Ο Λαλά Μουσταφά πασάς κανένα σημείο της συμφωνίας του δεν τήρησε. Το βράδυ της 5ης Αυγούστου 1571, 300 περίπου υπερασπιστές της Αμμοχώστου με επικεφαλής τον Αστόρε Βαγλιόνε, το Μαρκαντώνιο Βραγαδίνο, το φρούραρχο Ανδρέα Βραγαδίνο, τον αρχηγό του πυροβολικού Λουδοβίκο Μαρτινέγκο, τον Ιωάννη Κουϊρίνι, το διοικητή της Αμμοχώστου ιππότη Δαλάστι, και τους στρατηγούς Φραγκίσκο Στράκι, Έκτορα, Λαυρέντιο Τιέπολι και τον Αλβανό στρατηγό Μανώλη Σπηλιώτη, πήγαν στη σκηνή του Μουσταφά πασά για να του παραδώσουν τα κλειδιά της πόλης. Ο Τούρκος αρχηγός ενώ στην αρχή τους δέχτηκε ευγενικά, ύστερα παραμέρισε τις ευγένειες και απευθύνθηκε στο Μαρκαντώνιο Βραγαδίνο. Του ζήτησε πρώτα ομήρους για τα πλοία που δάνειζε για την αναχώρηση των Χριστιανών και ο Βραγαδίνος απάντησε ότι αυτό δεν περιεχόταν στη συμφωνία.
Έπειτα ο Μουσταφά επέμενε ότι οι Τούρκοι αιχμάλωτοι είχαν σφαγεί και ο Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος απάντησε ότι μερικοί ήταν στην πόλη και οι άλλοι είχαν σταλεί στη Βενετία. Τέλος του είπε έξαλλος: – Πες μου, σκύλε, γιατί κρατούσες την πόλη αφού δεν είχες εφόδια; Γιατί δεν παραδόθηκες αλλά μ’ έκανες να χάσω 80.000 από τους καλύτερους άντρες μου; Με το μαχαίρι έκοψε το δεξιό αυτί του Βραγαδίνου. Αμέσως μετά διέταξε να σφάξουν όλους όσους είχαν πάει στο τουρκικό στρατόπεδο σαν συνοδοί των πιο πάνω αρχηγών, που ήταν περίπου 300. Αποκεφαλίστηκαν επίσης ο Αστόρε Βαγλιόνε, ο Λουδοβίκος Μαρτινέγκο, ο Ανδρέας Βραγαδίνος, ο Ιωάννης Κουιρίνι. Την επομένη οδηγήθηκαν με μαστίγια στην πόλη ο Λαυρέντιος Τιέπολι και ο Μανώλης Σπηλιώτης, όπου κατακρεουργήθηκαν. Το μαρτύριο του Μαρκαντώνιου Βραγαδίνου, ο οποίος αντιμετώπισε κάθε δυνατό εξευτελισμό και κάθε είδους βασανιστήρια, συνεχίστηκε μέχρι και τη 17η Αυγούστου, οπότε πέθανε ενώ τον έγδερναν.
Η ίδια η πόλη της Αμμοχώστου λεηλατήθηκε άγρια, ο δε πληθυσμός της κατασφάχτηκε.
Την πόλη υπεράσπισαν κατά την 11μηνη πολιορκία, σύμφωνα με τους αριθμούς που παραθέτει ο στρατηγός Άγγελος Γάττος:
Ιταλοί πολεμιστές 3.700 Έλληνες πολεμιστές 4.000 Αλβανοί ιππείς 300 Ιππείς της πόλης 11 Σύνολο 8.011
Στο τέλος της πολιορκίας οι επιζήσαντες πολεμιστές δε φαίνεται ότι ξεπερνούσαν τις 4.000, σύμφωνα με συνδυασμό των στοιχείων διαφόρων πηγών.
Η πόλη διέθετε επίσης 90 τηλεβόλα που έριξαν συνολικά κατά του εχθρού 4.600 οβίδες. Κατά την πολιορκία είχαν επίσης ανοιχθεί από τους πολιορκημένους 5 λαγούμια. Ο ίδιος μάρτυρας δίνει τους ακόλουθους αριθμούς για τον τουρκικό στρατό:
Πεζοί 250.000 Ιππείς 7.000 Σκαπανείς 40.000 Σύνολο 297.000
Οι ακριβείς αριθμοί των Τούρκων πολεμιστών δεν είναι γνωστοί. Και αυτός ο Λαλά Μουσταφάς, όταν επανειλημμένα ρωτήθηκε γι’ αυτούς, έδινε διαφορετικούς κάθε φορά αριθμούς. Οπωσδήποτε ανάμεσα τους επιτιθεμένους πρέπει να υπολογιστούν και τα δυσαρίθμητα μπουλούκια πειναλέων Τούρκων που είχαν σπεύσει στην Κύπρο για να λάβουν μέρος στη λεηλασία, με πρόσκληση του ίδιου του Λαλά Μουσταφά, από τη Μικρά Ασία και τη Συρία.
Ενάντια στις οχυρώσεις της Αμμοχώστου οι Τούρκοι κατασκεύασαν 17 “φρούρια”, ενώ τη χτυπούσαν με 70 τηλεβόλα και 4 βασιλίσκους. Αργότερα ο αριθμός των τηλεβόλων ανέβηκε σε 113. Ενάντια στην πόλη έπεσαν συνολικά 163.000 οβίδες (120.000 σιδερένιες και 43.000 λίθινες), ενώ ανοίχτηκαν και πολλά λαγούμια. Κατά τους 11 μήνες της πολιορκίας οι Τούρκοι είχαν 80.000 νεκρούς.
Εκδίκηση για την άλωση της Αμμοχώστου αποτέλεσε η ναυμαχία της Ναυπάκτου, που έγινε δύο ακριβώς μήνες υστερότερα (7 Οκτώβρη 1571), και όπου οι ενωμένες ναυτικές δυνάμεις της Βενετίας, της Ισπανίας και του πάπα κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τον τουρκικό στόλο. Μάλιστα κρίνεται ότι η αντίσταση της Αμμοχώστου συνέβαλε σημαντικά στη νίκη των Ευρωπαίων στη Ναύπακτο, αφού μεγάλη δύναμη του στόλου των Τούρκων είχε παραμείνει καθηλωμένη για μεγάλο διάστημα στην Αμμόχωστο.
ΠΗΓΗ : www.istoria.gr , www.wikipedia.org , http://www.livepedia.gr