Οδυσσέας Ανδρούτσος

Οδυσσέας Ανδρούτσος

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1790 κατά μία άποψη στην Πρέβεζα, και κατά δεύτερη άποψη στην Ιθάκη  και δολοφονήθηκε με ξυλοδαρμό στην Ακρόπολη των Αθηνών στις 5 Ιουνίου του 1825,. Ήταν επιφανής αγωνιστής οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821 και γιος του οπλαρχηγού Ανδρούτσου. Το όνομα της οικογένειας (ιταλ. Andruzzo) αναφέρεται στο περίφημο Λίμπρο ντ’Όρο του νησιού, και μητέρα του ήταν η Ακριβή Τσαρλαμπά, από την Πρέβεζα. Επίσης ως προς το έτος γεννήσεως, κατ’ άλλους, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1788-1790.

 

 

Ο πατέρας του Οδυσσέα Ανδρούτσου

Ο πατέρας του Οδυσσέα Ανδρούτσου ήταν Αρβανίτης και λεγόταν Ανδρέας Βερούτσος ή Ανδρέας Βερούσης ή Ανδρέας Μουτσανάς (εξ ού και το υποκοριστικό Ανδρούτσος) και γεννήθηκε στις Λιβανάτες Λοκρίδας (Νομός Φθιώτιδας) το έτος 1750, όπου διετέλεσε διαβόητος αρχικλέφτης, αλλά και πειρατής συνεργάτης του Λάμπρου Κατσώνη τις περιόδους 1770-1792. Ο Ανδρέας Βερούσης, Βερούτσος (1750-1797 μΧ) ήταν ήδη επαναστάτης εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν την επίσημη κήρυξή της την 25η Μαρτίου 1821. Σε μια από τις μάχες του με τους Οθωμανούς τραυματίσθηκε στην κνήμη και επειδή τραυματίας ων κινδύνευε στην κατεχόμενη Ελλάδα, κατέφυγε στην Βενετοκρατούμενη Πρέβεζα για ασφάλεια και για να τύχει ιατρικής περίθαλψης από Βενετσιάνους χειρουργούς ιατρούς,. To έτος 1786 ο Ανδρέας Βερούσης διεκομίσθη στην Πρέβεζα, και φιλοξενήθηκε από τον άρχοντα της Πρέβεζας εύπορο προεστό Δημήτρη Τσαρλαμπά, Γαλλόφιλο αλλά και πράκτορα των Ρώσων κατά τον Ρωσσοτουρκικό Πόλεμο του 1787-1792 (Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά» 21-03-2009) του οποίου τελικά παντρεύτηκε τη μονάκριβη και όμορφη κόρη Ακριβή Τσαρλαμπά στις 13 Μαρτίου 1786 με κουμπάρο τον “θαλασσόλυκο” Λάμπρο Κατσώνη υποπλοίαρχο του Ναυτικού της Ρωσικής αυτοκρατορίας,. Κάποια στιγμή, το έτος 1792, ο Ανδρέας Βερούσης Βερούτσος, συνελήφθη από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου πέθανε από βασανιστήρια των Οθωμανών το 1797 μΧ, μάλιστα λέγεται ότι το αποκεφαλισθέν πτώμα του το έριξαν στα παγωμένα νερά του Βόσπορου, σε ηλικία 47 ετών,. Η απολογία του Ανδρέα Βερούση κατά την ανάκρισή του από τους Βενετούς είναι διαθέσιμη και έχει δημοσιευθεί μεταφρασμένη από τον ιστορικό Κυριάκο Σιμόπουλο. Στην ανακριτική κατάθεση του στους Βενετούς, ο Ανδρέας Βερούσης (πατέρας του Οδυσσέα) ρωτήθηκε αν αληθεύει πως είναι συμπολεμιστής του Λάμπρου Κατσώνη και απαντά: «Είναι αληθέστατα. Ηδη προ πέντε ετών, ευρισκόμην εις Σαραγούσαν. Εκεί ανέλαβον υποχρέωσιν με τον κύριον Ίψον, Ρώσον Στρατηγόν, να συγκεντρώσω πολεμιστάς εκ Τουρκίας. Επελθούσης μετ’ εμού συμφωνίας, εκράτησα τον λόγον μου. Συγκέντρωσα από την ‘’Τουρκίαν’’ (*) 800 Αλβανούς, με έκαμαν καπετάνιον και διοικητήν και υπηρέτησα εις την ναυτικήν μοίραν με τον Ίψον, τον Στρατηγόν Ταμάρα και τον Κολονέλον Λάμπρον. Επολέμησα πάντα κατά των Τούρκων ….». (*) Σημείωση: Όλη η υπόδουλη στους Τούρκους Βαλκανική χερσόνησος και τα υπόλοιπα μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποκαλούνταν «Τουρκιά», όμως η εν λόγω στρατολόγηση έγινε στην Επικράτεια του Αλή Πασά, σαφώς φίλου του Ανδρέα Βερούση. Το σπίτι του Δημήτριου Τσαρλαμπά στην Πρέβεζα σώζονταν στην οδό Χρήστου Κοντού παραπλεύρως του σημερινού καταστήματος ρούχων Benetton, μέχρι το έτος 2011 με μιά λανθασμένη αναμνηστική πινακίδα. Η μαρμάρινη αυτή πινακίδα τοποθετήθηκε προφανώς μεταπολεμικά και έγραφε «ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ 1773-1798». Προφανώς εννοεί το σπίτι του Δημήτριου Τσαρλαμπά πεθερού του Ανδρέα Βερούση ή Βερούτσου (1750-1797) και πατέρα του Οδυσσέα. Όμως και πάλι οι χρονολογίες είναι λάθος, γιατί εμφανίζει τον επαναστάτη πατέρα του Οδυσσέα να πέθανε 25 ετών, ενώ οι σωστές χρονολογίες είναι 1750-1797, διότι σκοτώθηκε σε ηλικία 47 ετών.Τελικά το έτος 2011 το σπίτι αυτό κατεδαφίσθηκε με σκοπό την ανέγερση οικοδομής, παρά τις προσπάθειες του πολιτιστικού Συλλόγου “Πρέβεζα”, η δέ αρχαιολογική υπηρεσία και η πολεοδομία Πρέβεζας αιτιολόγησαν την απόφαση κατεδάφισης με το σκεπτικό “το οίκημα δεν διέθετε αρχιτεκτονικά στοιχεία διατηρητέου” αγνοώντας ότι ένα κτίριο είναι φορέας ιστορικής μνήμης.

Η γέννηση του Οδυσσέα Ανδρούτσου

Από το γάμο του Ανδρέα Βουτσανά με την Πρεβεζάνα Ακριβή Τσαρλαμπά γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 1790 -κατά μία άποψη- στην Ιθάκη ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, εξ ού και το όνομα Οδυσσέας (Πέτρος Μπίκος, 1996).Κατά μιά δεύτερη άποψη, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε στην Πρέβεζα, όπου «μετά την σύλληψιν του πατρός του από τους Βενετούς εν έτει 1973, οίτινες τον παρέδωσαν εις τους Τούρκους, ανετράφη εν εσχάτη πενία». (Τ.Κανδηλώρος, 1950), Επίσης ως προς το έτος γεννήσεως, υπάρχουν διαφωνίες. Κατ’ άλλους, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1788-1790 (Παναγιώτης Στάθης, 2009). Νονοί του ήταν η Μαρία Σοφιανού, σύζυγος του Λάμπρου Κατσώνη, κόρη προύχοντα από την Κέα, και ο Ιωάννης Ζαβός άρχοντας της Ιθάκης. Από τα ανωτέρω συμπεραίνεται ότι ο τοκετός έγινε στήν Πρέβεζα και τους επόμενους μήνες ή έτος το ζευγάρι μετακόμισε στήν Ιθάκη.

Παιδικά χρόνια (Πρέβεζα, Ιθάκη, Λευκάδα)

Οπως προαναφέρθηκε, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, είναι γιός του Ανδρέα Βερούτσου και της Ακριβής Τσαρλαμπά. Γεννήθηκε μεταξύ 1788 και 1790 κατά μία άποψη στήν Ιθάκη και κατά δεύτερη άποψη στήν Πρέβεζα. Ο πατέρας του, ο οποίος είχε λάβει μέρος στην επανάσταση του Λάμπρου Κατσώνη, συνελήφθη από τους Βενετούς, παραδόθηκε στούς Τούρκους και αποκεφαλίστηκε το 1797 στην Κωνσταντινούπολη με αποτέλεσμα ο μικρός γιος του, Οδυσσέας Ανδρούτσος, να μείνει ορφανός σε ηλικία 7 ετών. Η χήρα μητέρα του Οδυσσέα Ακριβή Τσαρλαμπά μετακόμισε το έτος 1797 στη Λευκάδα και μεταξύ των ετών 1798-1800 ο μικρός Οδυσσέας Ανδρούτσος έκανε παρέα με το γνωστό μετέπειτα ποιητή Ιωάννη Ζαμπέλιο. Τον επόμενο χρόνο 1798 έγινε η Μάχη της Νικόπολης και ο Χαλασμός της Πρέβεζας από τον Αλή Πασά Τεπελενλή και ο μικρός Οδυσσέας και η μητέρα του Ακριβή Τσαρλαμπά διασώθηκαν γιατί είχαν καταφύγει στη Λευκάδα. Αργότερα επέστρεψαν στην Πρέβεζα όπου και έζησε μέχρι το 1806.

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στην αυλή του Αλή Πασά Τεπελενλή

Το έτος 1806 ο Αλή Πασάς Τεπελενλής, ενθυμούμενος την προσωπική φιλία που είχε ο ίδιος με τον εκλιπόντα πατέρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, τον αναζήτησε και τον πήρε στην αυλή του στα Ιωάννινα, ή κατά δεύτερη εκδοχή τον πήγε εκεί με αίτημα η μητέρα του. Εκεί ο Οδυσσέας Ανδρούτσος φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Αλή Πασά και είχε έναν ταραχώδη βίο, όμως σχεδόν πάντα ο Αλή Πασάς του συγχωρούσε κάθε παράπτωμα. Δεκαπενταετής κατατάχτηκε από τον Αλή Πασά στην προσωπική σωματοφυλακή του και σύντομα κατάφερε να γίνει αρχηγός της προσωπικής φρουράς του. Επίσης φαίνεται ότι προσήλθε, άγνωστο εάν ήταν επιφανειακά ή συνειδητά, στην μουσουλμανική αίρεση των Μπεκτασήδων, στην οποία ανήκε και ο προστάτης του. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το 1819 διορίστηκε δερβέναγας στην ανατολική Στερεά. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πήρε μέρος στις μάχες του Βερατίου, Αργυροκάστρου και Γαρδικίου, και για αμοιβή της ανδρείας του, ο Αλή Πασάς του χάρισε ως μνηστή την Ελένη, κόρη του εύπορου και ισχυρού Χρήστου Καρέλου από τους Καλαρρύτες Ιωαννίνων, καθώς και την οπλαρχηγία της Λειβαδιάς. Το 1820 όταν και επήλθε η ρήξη του Αλή Πασά με την Πύλη, εγκατέλειψε την Λιβαδειά, αφού πρώτα μύησε τον Αθανάσιο Διάκο στην Φιλική εταιρεία και του εμπιστεύθηκε την εξουσία της οπλαρχηγίας του αφήνοντάς τον ως πρωτοπαλίκαρο. Ο ίδιος κατέφυγε στην Αράχωβα όπου προσπάθησε μαζί με άλλους επιφανείς Έλληνες που όλοι είχαν μεταξύ τους κοινό την θητεία τους στην αυλή του Αλή, να δημιουργήσει μια ελληνοαλβανική συμμαχία πάντα σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας. Το εγχείρημα αυτό όμως απέτυχε καθώς ο Ομέρ Βρυώνης αρνήθηκε να συμμετάσχει. Μετά από αυτή την εξέλιξη ο Ανδρούτσος κατέφυγε δια μέσου της Ακαρνανίας στα Επτάνησα, στην Λευκάδα. Εκεί συναντήθηκε στις αρχές του 1821 με τους Καραϊσκάκη, Γεώργιο Βαρνακιώτη, Ζόγγα, Μακρή, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και άλλους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας. Στη σύσκεψη που έγινε στην αγγλοκρατούμενη Αγία Λαύρα στα τέλη του Ιανουαρίου του έτους αυτού, συμμετείχε και ο Ανδρούτσος. Το θέμα της ήταν οι προετοιμασίες που έπρεπε να γίνουν για να ξεσηκωθεί η Στερέα Ελλάδα. Αποφασίστηκε η ανάθεση της εξέγερσης της Ανατολικής Στερεάς στον Ανδρούτσο και στον Πανουργιά. Οι αποφάσεις της σύσκεψης μπήκαν αμέσως σε εφαρμογή: ο Ανδρούτσος επιτέθηκε με ομάδα ανδρών του στη γέφυρα της Τατάρνας (αρχές γ΄δεκαημέρου του Μαρτίου) , μαζί με τον ηγούμενο της εκεί μονής Κυπριανό, σε 60 Τούρκους, οι οποίοι με αρχηγό τον Δερβέναγα Χασάν Μπέη Γκέκα, συνόδευαν μεγάλη χρηματαποστολή. Μετά την επιτυχή επιχείρηση έφυγαν αφήνοντας άθικτα τα χρήματα για να φανεί έτσι πως η επίθεση ήταν καθαρά επαναστατική πράξη. Χαρακτηριστική για την έναρξη της επαναστάσεως στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα είναι η επιστολή που στις 22 Μαρτίου έστειλε ο Ανδρούτσος στους Γαλαξειδιώτες: Εγώ είμαι στο ποδάρι με τα παλληκάρια μου, τους γράφει και τους προτρέπει να πάρουν και εκείνοι αμέσως τα άρματα.

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στον Απελευθερωτικό Αγώνα του 1821

Λίγο πριν τον τραγικό θάνατο του Αλή Πασά Τεπελενλή το 1822, και σε συνεννόηση με αυτόν, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος με ένα ασκέρι 2.000 ανδρών, Αλβανών και Ελλήνων, ανεξαρτητοποιήθηκε και άρχισε ένα τρίχρονο αγώνα εναντίον των Οθωμανών με αποκορύφωμα την ηρωϊκή Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς (8 Μαίου 1821), όπου μόνο 118 Έλληνες αντιμετώπισαν επιτυχώς 8.000 Οθωμανούς υπό τον Ομέρ Βρυώνη. Μέσα σε αυτούς τους 118 ήρωες Έλληνες ήταν και οι μετέπειτα δολοφόνοι του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Τότε γράφτηκε και το γνωστό δημοτικό τραγούδι «Τ’ Αντρούτσου η μάνα χαίρεται, του Διάκου καμαρώνει. Γιατί έχουν γιους αρματολούς, και γιους καπεταναίους. Ανδρούτσος φυλάει τη Γραβιά, Διάκος την Αλαμάνα»). Στη μάχη αυτή, «η στρατηγική ιδιοφυΐα του Ανδρούτσου θριάμβευσε. Έτσι δικαιωματικά κατέλαβε τη θέση του αρχηγού των όπλων της Βοιωτίας, και ουσιαστικά αυτός επηρέασε την τύχη της επαναστάσεως στην ανατολική Στερεά , κατά τα επόμενα έτη.» Στις 27 Αυγούστου 1822 η γερουσία του Αρείου Πάγου του αναθέτει τη Διοίκηση της Αθήνας και εισέρχεται θριαμβευτής Φρούραρχος στην Ακρόπολη, συνοδευόμενος από τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, τον Ιωάννη Γκούρα, τον Ιωάννη Μαμούρη, τον Κατσικογιάννη και 300 ένοπλους επαναστάτες. Η υποδοχή του λαού των Αθηνών ήταν αποθεωτική. Στην Αθήνα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γνώρισε πολλούς ξένους Φιλέλληνες οι οποίοι αναφέρονται ευνοϊκά στα απομνημονεύματά τους σε αυτόν (Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά», 23 Μαρτίου 2009). Ο Βρετανός Εδουάρδος Τρελόνεϋ (Edward John Trelawney, 1792-1881) φίλος του Λόρδου Byron ήρθε μαζί του στην Ελλάδα. Το Νοέμβριο του 1823 γνώρισε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και γοητεύτηκε από την προσωπικότητά του. Παντρεύτηκε την 13ετή ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα, Ταρσίτσα Καμένου. Τον ακολούθησε παντού και του έμεινε πιστός ως το τέλος.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ο Ανδρούτσος έφυγε από την Λευκάδα και βρέθηκε μέσω της Πάτρας στη Στερεά Ελλάδα, έπεισε τους Γαλαξιδιώτες να επαναστατήσουν και έγραψε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Τούρκους του Ομέρ Βρυώνη στην μάχη στο Χάνι της Γραβιάς στις 8 Μαΐου του 1821), παίρνοντας παράλληλα εκδίκηση και για τον θάνατο του φίλου του, Αθανάσιου Διάκου στη μάχη της Αλαμάνας. Κατά τα τέλη του 1821 ανακηρύχθηκε από τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, αρχιστράτηγος της ανατολικής Στερεάς, τίτλος που του αναγνωρίστηκε το 1822.Την άνοιξη του 1822 κατηγορήθηκε από τον Ιωάννη Κωλέττη για συνεργασία με τον εχθρό, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί από το αξίωμα. Όμως παρά την παραίτησή του συνέχισε απτόητος την πολεμική του δράση εναντίον των Τούρκων μέχρι το 1824.

Σύλληψη και θανάτωση του Ανδρούτσου

Οι παλιές προστριβές του Ανδρούτσου με τους καλαμαράδες, όπως ονόμαζε τους πολιτικούς, και οι έντονες αντιδράσεις του, η τάση τέλος της Κυβέρνησης Κουντουργιώτη να τον παραγκωνίζει και να μην του χορηγεί τα απαιτούμενα χρήματα και εφόδια για τη συγκρότηση ισχυρού στρατού και στρατοπέδων στη Στερεά, είχαν απογοητεύσει τον Ανδρούτσο. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο, η απροθυμία της κυβερνήσεως να τον βοηθήσει και ο κίνδυνος των επαρχιών της Στερεάς Ελλάδας από την προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων, τον είχαν κάνει στις αρχές Αυγούστου 1824 να έλθει σε επαφή με τους Τούρκους αρχηγούς για να βάλει ξανά καπάκια, μολονότι μόλις τον Απρίλιο, στη συνέλευση των Σαλώνων, είχε αποφασισθεί «κανένας στρατιωτικός να μην ημπορεί να βάλει τα λεγόμενα καπάκια». Διαβλέποντας παντού μηχανορραφίες των πολιτικών, ο Ανδρούτσος αποσύρεται απογοητευμένος στη σπηλιά του, στη Μαύρη Τρύπα, στα βόρεια του Παρνασσού, κοντά στο χωριό Βελίτσα. Οι κινήσεις και οι διαθέσεις του όμως τον έκαναν περισσότερο ύποπτο στην κυβέρνηση, και κυρίως στον Κωλέττη και στους άλλους εχθρούς του, που ζητούσαν να διορίσουν άλλους καπεταναίους στη θέση του. Η καχυποψία του ενισχύθηκε όταν έμαθε τη σύλληψη του Κολοκοτρώνη. Τα γεγονότα αυτά επηρέασαν τόσο πολύ τον Ανδρούτσο, ο οποίος θέλωντας να φοβίσει τους καλαμαράδες,ενώθηκε με τους Τούρκους με τον όρο να του δώσουν την αρχηγία των επαρχιών της Εύβοιας, Ταλαντίου, Λιβαδιάς και Θήβας. Η συμφωνία που κλείστηκε τότε με τον Ομέρ πασά του Ευρίπου «ήταν κάτι περισσότερο από τα συνηθισμένα καπάκια, ήταν μια πράξη απελπισίας που έφθανε στα όρια της προδοσίας». Ο πραγματικός της σκοπός φαίνεται από όσα γράφει ο Σπηλιάδης, «…αν εφάνη συνεννοούμενος με τον εχθρό δεν αποδείχνει άλλο ειμή ότι ηπείλει την κυβέρνησιν, και εν ταυτώ ηπάτα τους Τούρκους δια τον σκοπόν του » Τότε η κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει την ύποπτη στάση του διόρισε στις 20 Φεβρουαρίου 1825 το παλίο πρωτοπαλίκαρό του Γιάννη Γκούρα αρχηγό της εκστρατείας στην ανατολική Ελλάδα και του χορήγησε 140.000 γρόσια. Ο Γκούρας βάδισε προς τη Δόμβραινα και από εκεί στη Λειβαδιά. Οι κυβερνητικές δυνάμεις τον ακολούθησαν καταπόδι και τον ανάγκασαν, αυτόν και τους 400 Τούρκους ντελήδες (ιππείς) που του είχε στείλει ο Ομέρ πασάς από τη Χαλκίδα, να υποχωρήσουν στη Χαιρώνεια και κατόπιν στην πατρίδα του Λιβανάτες. Στο μοναστήρι της Βελιβούς, μεταξύ 27 Μαρτίου- 7 Απριλίου, η θέση του Ανδρούτσου έγινε δύσκολη και τελικά, μετά από συνεννοήσεις με τον Νικόλαο Γκριτζιώτη,εγκατέλειψε κρυφά τους ντελήδες και παραδόθηκε στον Γκούρα που τον έστειλε με συνοδεία στην Αθήνα. Μόλις έφθασε εκεί,τον έκλεισαν σε φυλακή στο κάτω μέρος του ψηλού Γουλά (πύργου) που υψωνόταν δεξιά στην είσοδο των Προπυλαίων της Ακρόπολης. Τότε έγινε απόπειρα απελευθέρωσης του Ανδρούτσου. Όταν ο Γκούρας ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει στον Όσιο Λουκά, επειδή είχε ανάγκη από τρόφιμα και πολεμοφόδια για να αντιμετωπίσει τον Ντεμίρ πασά και τον Μουστάμπεη οι οποίοι είχαν μπει στα Σάλωνα, είχε στείλει τον παλαιό γραμματικό του Οδυσσέα Γεωργαντά να κάνει προμήθειες στο Λουτράκι. Εκεί θα συναντήσει τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, φίλο του Ανδρούτσου και τον Κώστα Μπότσαρη. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης μόλις έμαθε τα γεγονότα σχετικά με τη φυλάκιση του Ανδρούτσου, εξοργίστηκε και «έβρισε τον Γκούρα παλιόβλαχο» Ο Καραϊσκάκης θα ξεκινήσει για το στρατόπεδο της Στερεάς για να απελευθερώσει τον φίλο του. Ο Γκούρας θα οχυρωθεί εκεί και ο Καραϊσκάκης δεν θα μπορέσει να τον απελευθερώσει. Για να αποκλιμακώσει την ένταση η Διευθυντική Επιτροπή της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδος έστειλε επιστολή στην έδρα της διοικήσεως γνωμοδοτώντας την μετάθεση του Γκούρα στο στρατόπεδο της Αθήνας. και η κυβέρνηση να μαλακώσει τον Καραϊσκάκη. Περιμένοντας να δικαστεί ο Ανδρούτσος, στις 5 Ιουνίου μετά τα μεσάνυχτα, ο οπλαρχηγός Μαμούρης και Γκούρα. Εκτελεστικά όργανα της δολοφονίας ήταν οι Ιωάννης Μαμούρης, Παπακώστας Τζαμάλας, Μήτρος της Τριανταφυλλίνας και ο στρατιώτης Θεοχάρης από το Λιδωρίκι, ενεργώντας κατά διαταγή του Γκούρα, απομάκρυναν τον δεσμοφύλακα, μπήκαν στο κελλί του Οδυσσέα Ανδρούτσου και τον θανάτωσαν με τα ίδια τους τα χέρια. Ύστερα γκρέμισαν το σώμα του από τον Γουλά κάτω στο λιθόστρωτο του ναού της απτέρου Νίκης και διέδωσαν ότι τάχα ο φυλακισμένος είχε επιχειρήσει να δραπετεύσει, αλλά το σχοινί που χρησιμοποίησε κόπηκε και έτσι σκοτώθηκε.

Τα Οστά του Οδυσσέα Ανδρούτσου στήν Πρέβεζα

Τα οστά στην Πρέβεζα (1967): Στις 15 Ιουλίου 1967 ο Πρεβεζάνος στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος, τ. Διοικητής της Ελληνικής Ταξιαρχίας του Ρίμινι, και επικεφαλής του Εθνικού Στρατού στον Εμφύλιο Πόλεμο του 1947-1949, μετέφερε με πολεμικό σκάφος στην Πρέβεζα μεταλλικό κουτί με τα οστά του Οδυσσέα Ανδρούτσου από το Α Νεκροταφείο Αθηνών. Τα οστά τοποθετήθηκαν στη βάση του αγάλματος που υπάρχει στην ομώνυμη πλατεία του, και του οποίου τα αποκαλυπτήρια έγιναν με μεγαλοπρεπή τελετή την ιδία ημέρα. Στην εκδήλωση αυτή παρέστησαν, ο τότε Βασιλιάς Κωνσταντίνος και η σύζυγός του Βασίλισσα Αννα – Μαρία, ο τότε Μητροπολίτης Στυλιανός Κορνάρος, και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Καναδά. Στην εκδήλωση αυτή ανέγνωσε ποίημά του για τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και ο λαϊκός ποιητής της Πρέβεζας Σπύρος Σολδάτος.
ΠΗΓΗ : WIKIPEDIA

Κοινοποιήστε το!
FacebookTwitter

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: