Υπολείμματα έκρηξης σουπερνόβα σε υποθαλάσσια βακτήρια
Γερμανοί επιστήμονες εντόπισαν το 2004 υπολείμματα έκρηξης σουπερνόβα σε σιδηρομαγγανικό φλοιό στο βυθό του Ειρηνικού ωκεανού. Υπολογίζοντας την αποσύνθεση του ραδιοϊσοτόπου σιδήρου-60, χρονολόγησαν την έκρηξη σουπερνόβας πριν από 2.8 εκατομμύρια χρόνια.
Στο πρόσφατο συνέδριο της Αμερικανικής Φυσικής Εταιρείας, ο Γερμανός επιστήμονας Σον Μπίσοπ ανέφερε πως ανακάλυψε ίχνη σιδήρου-60, προερχόμενο από έκρηξη σουπερνόβα, σε απολιθώματα κοινών βακτηρίων. Η ανακάλυψη αυτή αποτελεί απόδειξη ότι εκατομμύρια χρόνια πριν, ραδιενεργά συντρίμμια από εκρήξεις σουπερνόβα βομβάρδιζαν την αρχαία Γη.
Χρονολογώντας με ακρίβεια τα ιζήματα στα οποία βρέθηκαν τα δείγματα, ο Μπίσοπ φέρεται να ανακάλυψε την πρώτη βιολογική υπογραφή ενός αρχαίου συμβάντος σουπερνόβα, και μπορεί ακόμα να το συνδέσει και με το συγκεκριμένο αστέρα που εξερράγη.
Ο Μπίσοπ ανέλυσε δείγματα από στρώματα με διαφορά ηλικίας εκατό χιλιάδων ετών, εντός εναποθεμάτων ηλικίας μεταξύ 1,7 και 3,3 εκατομμυρίων ετών. Το ισότοπο σιδήρου-60 δεν αποτελεί παράγωγο καμία διαδικασίας που συμβαίνει πάνω στη Γη, επομένως κάθε ποσότητα που εντοπίζεται μπορεί να αποδοθεί σε μη-επίγεια προέλευση.
Αφού απομόνωσε όλη την ποσότητα σιδήρου-60 που είχε βιολογική προέλευση, ο Μπίσοπ την ποσοτικοποίησε με τη βοήθεια ενός φασματογράφου μάζας. Η ποσότητα ήταν μικρή, αλλά αρκετή ώστε να χρονολογηθεί η ηλικία του δείγματος στα 2,2 εκατομμύρια χρόνια. Με βάση αυτά τα ευρήματα, άλλοι ερευνητές πρότειναν έναν υποψήφιο αστέρα μεταξύ των αστερισμών του Σκορπιού και του Κενταύρου, περίπου 130 παρσέκ (4 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα) μακριά από τον Ήλιο.
Το ισότοπο σιδήρου-60 έχει χρόνο ημιζωής 2,6 εκατομμύρια χρόνια, γεγονός που το καθιστά ιδανικό μέσο χρονολόγησης εναποθεμάτων σε αυτή τη χρονική κλίμακα, ενώ μετά την αποσύνθεση τύπου βήτα σχηματίζει κοβάλτιο-60. Μία πιθανή πηγή της συσσώρευσης σιδήρου στον πυθμένα είναι τα μαγνητοτακτικά βακτήρια. Οι συγκεκριμένοι οργανισμοί ενσωματώνουν κρυστάλλους μαγνητίτη (Fe3O4) σε μορφή μακριών αλυσιδών εντός των λεγόμενων μαγνητοσωμάτων.
Τα οργανίδια αυτά χησιμοποιούνται ως αισθητήρες του μαγνητικού πεδίου της γης. Τα βακτήρια που περιέχουν μαγνητίτες βρίσκονται σήμερα συνήθως σε μεταβατικές ζώνες μεταξύ πλούσιων σε οξυγόνο και ανοξικών νερών.
Αξίζει να σημειωθεί πως επίσης Γερμανοί επιστήμονες εντόπισαν το 2004 υπολείμματα έκρηξης σουπερνόβα σε σιδηρομαγγανικό φλοιό στο βυθό του Ειρηνικού ωκεανού. Υπολογίζοντας την αποσύνθεση του ραδιοϊσοτόπου σιδήρου-60, χρονολόγησαν την έκρηξη σουπερνόβας πριν από 2.8 εκατομμύρια χρόνια.
Κατάφεραν επίσης να προσδιορίσουν την απόσταση του αρχικού συμβάντος στα 10 παρσέκ (309 τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα) από τον Ήλιο, με βάση την ποσότητα του συσσωρευμένου σιδήρου-60.
Χρονολογώντας με ακρίβεια τα ιζήματα στα οποία βρέθηκαν τα δείγματα, ο Μπίσοπ φέρεται να ανακάλυψε την πρώτη βιολογική υπογραφή ενός αρχαίου συμβάντος σουπερνόβα, και μπορεί ακόμα να το συνδέσει και με το συγκεκριμένο αστέρα που εξερράγη.
Ο Μπίσοπ ανέλυσε δείγματα από στρώματα με διαφορά ηλικίας εκατό χιλιάδων ετών, εντός εναποθεμάτων ηλικίας μεταξύ 1,7 και 3,3 εκατομμυρίων ετών. Το ισότοπο σιδήρου-60 δεν αποτελεί παράγωγο καμία διαδικασίας που συμβαίνει πάνω στη Γη, επομένως κάθε ποσότητα που εντοπίζεται μπορεί να αποδοθεί σε μη-επίγεια προέλευση.
Αφού απομόνωσε όλη την ποσότητα σιδήρου-60 που είχε βιολογική προέλευση, ο Μπίσοπ την ποσοτικοποίησε με τη βοήθεια ενός φασματογράφου μάζας. Η ποσότητα ήταν μικρή, αλλά αρκετή ώστε να χρονολογηθεί η ηλικία του δείγματος στα 2,2 εκατομμύρια χρόνια. Με βάση αυτά τα ευρήματα, άλλοι ερευνητές πρότειναν έναν υποψήφιο αστέρα μεταξύ των αστερισμών του Σκορπιού και του Κενταύρου, περίπου 130 παρσέκ (4 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα) μακριά από τον Ήλιο.
Το ισότοπο σιδήρου-60 έχει χρόνο ημιζωής 2,6 εκατομμύρια χρόνια, γεγονός που το καθιστά ιδανικό μέσο χρονολόγησης εναποθεμάτων σε αυτή τη χρονική κλίμακα, ενώ μετά την αποσύνθεση τύπου βήτα σχηματίζει κοβάλτιο-60. Μία πιθανή πηγή της συσσώρευσης σιδήρου στον πυθμένα είναι τα μαγνητοτακτικά βακτήρια. Οι συγκεκριμένοι οργανισμοί ενσωματώνουν κρυστάλλους μαγνητίτη (Fe3O4) σε μορφή μακριών αλυσιδών εντός των λεγόμενων μαγνητοσωμάτων.
Τα οργανίδια αυτά χησιμοποιούνται ως αισθητήρες του μαγνητικού πεδίου της γης. Τα βακτήρια που περιέχουν μαγνητίτες βρίσκονται σήμερα συνήθως σε μεταβατικές ζώνες μεταξύ πλούσιων σε οξυγόνο και ανοξικών νερών.
Αξίζει να σημειωθεί πως επίσης Γερμανοί επιστήμονες εντόπισαν το 2004 υπολείμματα έκρηξης σουπερνόβα σε σιδηρομαγγανικό φλοιό στο βυθό του Ειρηνικού ωκεανού. Υπολογίζοντας την αποσύνθεση του ραδιοϊσοτόπου σιδήρου-60, χρονολόγησαν την έκρηξη σουπερνόβας πριν από 2.8 εκατομμύρια χρόνια.
Κατάφεραν επίσης να προσδιορίσουν την απόσταση του αρχικού συμβάντος στα 10 παρσέκ (309 τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα) από τον Ήλιο, με βάση την ποσότητα του συσσωρευμένου σιδήρου-60.
ΠΗΓΗ : www.newsit.gr