Το ον έχει έδώ όλα τα στοιχεία των ιδιοφυϊών της Μεσοποταμίας ανάμεσα σ’ αυτά τα συνηθισμένα βραχιόλια, όμοια μέ ρολόγια χεριού, αγιάσματα για θρησκευτικές τελετές. Και κατά το μεταμορφωτικό μύθο, έχει περικεφαλαία σε σχήμα κεφαλής ψαριού, τον κορμό σκεπασμένο με λέπια και πτερύγια ψαριού και φούστα από φτερά πουλιών.
2) «Ώάννις» (ή Ώις) κατά την άσσυριακή μυθολογία είναι ή Ελληνική επωνυμία, του τέρατος, στο όποίο ό θρύλος άποδίδει τον εκπολιτισμό των Χαλδαίων.
Ή «θεότητα», ή «ιδιοφυία», ό «ξένος» είχε λοιπόν τερατώδη όψη. Τέτοια, ώστε το πρόσωπο του, το φέρσιμο του, το ντύσιμο του, είχε για τους τότε λαούς στα μέρη, πού εμφανίσθηκε, κάτι το τρομακτικό και ασυνήθιστο.
Άν λοιπόν, του αποδόθηκε ή τιμή του έκπολίτιστή «αύτών πού ζούσαν στη Χαλδαία, ήταν γιατί, χωρίς αμφιβολία, είχε μια ανώτερη μόρφωση, από τους τότε λαούς και οπωσδήποτε θα έπρεπε να ανήκει σε ένα ανώτερο πολιτισμό ή τουλάχιστον σε μια τάξη, ιερατική, πού ήταν κληρονόμος πανάρχαιας και μεγάλης σοφίας.
Όλα αυτά επικυρώνουν τον πληθυντικό αριθμό του τίτλου του κεφαλαίου μας και όσα είπαμε πρίν,
Ότι, δηλαδή, οί «Ώάννες» ήταν παρόντες σε μια ανθρωπότητα πού περίμενε στη περιοχή της Χαλδαίας, μια καταστροφή φοβερή, και ότι οί πρώτοι Πατριάρχες, πού αναφέρονται στη Βίβλο, δεν ήταν ασφαλώς άσχετοι με τον εκπολιτιστικό ρόλο αυτών των όντων, των οποίων ή ανώτερη τάξη της Εβραϊκής Φυλής ήταν ίσως ή κληρονόμος. Ή ίδια λέξη «Ώάννες» δεν παρουσιάζεται στο βιβλικό ιερό κείμενο. Μερικοί άσσυριολόγοι όμως υποθέτουν ότι, υπάρχει κάποια αρχική σχέση ανάμεσα στους τέσσερεις, πού αναφέρονται στην Βίβλο δηλαδή του Αδάμ—Νώε—’Αβραάμ και Μωϋσή και στις Χαλδαϊκές Παραδόσεις. Εξ άλλου μιλήσαμε παλαιότερα σε προηγούμενα κεφάλαια μας, (Ένώχ, ό Μεγάλος Απών) για τη σχέση των προσφωνήσεων, πού μας μεταφέρουν στον ίδιο μύθο πάλι: «Ένώχ – Ένο – “Ωεν – Ώάν – Ώάννες» και αντιπαραβάλλουμε τις εβραϊκές προσφωνήσεις «Ώάννες – Ίωάννες – Ίωνάς – Ιωάννης».
Από τη πόλη Άσσούρ, προέρχεται το μέρος αυτό του θυσιαστηρίου του 8ου ή 7ου π.Χ. αιώνα και είναι διακοσμημένο με θεότητες και ιερείς ίσως από τους Επτά θεούς Enki, που λέγονταν και ΑΠΚΑΛΟΥ (καί συγχέωνται ίσως με τους ίδιους τους «Ώάννες»). Και σ’ αυτούς διακρίvουμε τα Μεσοποταμιακά στοίχεία. Ή στολή του ψαριού κατεβαίνει εδώ ως τα πόδια αντικαθιστώντας τα φτερά των πτηνών, πού δεν φαίνονται (Μουσείο Βερολίνου).
3) Στό σημείο αυτό, δεν μπορούμε να μη επαναλάβουμε όσα αναφέραμε προηγουμένως σχετικά με την ερευνά μας για τους «Ώάννες», όταν μάλιστα τα θέματα είναι παρμένα από ένα σπάνιο γαλλικό σύγγραμμα «Memoriale de l’ Accademie des Inscriptions». (Υπόμνημα της Ακαδημίας των Γραφών).
Το παρακάτω κείμενο είναι πιστή αντιγραφή.
«Τέρας μισό άνθρωπος και μισό ψάρι, πού καταγόταν από την Ερυθρά Θάλασσα, και βγήκε από το Αρχέγονο Αυγό. Από αυτό το αυγό προήλθαν και όλα τα άλλα όντα». Πρέπει εδώ να πούμε ακόμα ότι ένα Αυγό, πού από μέσα του βγήκαν διάφορα όντα, μας κάνει να φαντασθούμε ότι δεν διαφέρει καί πολύ από την Κιβωτό του Νώε, γιατί οποιοδήποτε ζωντανό είδος μόνο, όταν ζευγαρωνόταν μπορούσε να αναπαραχθεί καί να πολλαπλασιασθεί σε ένα μέρος ιδανικό για τη ζωή του καί την συνέχιση του είδους του. Καί επειδή κατά τους Αρχαίους Αιγυπτίους, αυτό το Αυγό θεωρείτο Κοσμικό η Κοσμογονικό με άποψη βιολογική, δεν αποκλείεται να έννοούσαν, oτι ήταν κάποιο διαστημόπλοιο πού προερχόταν από το αχανές διάστημα. Μετά από όλα όσα αναφέραμε είναι ακατανόητο πώς οί «Ώάννες» εμφανίσθηκαν ταυτοχρόνως στην Ερυθρά Θάλασσα και στη Βαβυλωνία, ενώ το πιθανότερο είναι, ότι ή εμφάνιση τους έγινε μάλλον στον Περσικό Κόλπο. Στό ίδιο έργο αναφέρεται ακόμη ότι είχε δύο κεφαλές μια ανθρώπινη και μια ψαριού και ότι ή ανθρώπινη κεφαλή ήταν κάτω από τή κεφαλή του ψαριου. Στήν ουρά του ψαριοϋ, ήταν προσκολλημένα δύο πόδια ανθρώπινα καί το Ον εϊχε ανθρώπινη φωνή και ομιλία.
‘Αλλά, ας προσέξωμε ιδιαίτερα την περιγραφή για τις δύο κεφαλές. Μας προτρέπει να σκεφθούμε μια στολή πού μόνο ένας ίστοριολόγος της εποχής μας θα μπορούσε να ερμηνεύσει, Αυτό το τέρας βρισκόταν ανάμεσα στους ανθρώπους της εποχής εκείνης καί τους δίδασκε τα πρώτα γράμματα, τις επιστήμες, τις τέχνες την ανέγερση ναών, το κτίσιμο πόλεων, τους νόμους, πώς να σπέρνουν και να θερίζουν. Με λίγα λόγια, όλα όσα ήταν αναγκαία για να καλυτερέψουν τη ζωή τους.
Αν το όν αυτό, πού ήταν φυσιολογικά διαφορετικό από έμάς, δεν διατρεφόταν μπροστά στους τότε ανθρώπους, τούτο μπορεί να εξηγηθεί από το ότι θα πρέπει να είχε κάποια ουσιώδη διαφορά. Όσο για τη μόρφωση του, αύτή θα πρέπει να ήταν πλατιά και να κάλυπτε όλους τους τομείς. «Κατά τη δύση του ήλιου, το όν γύριζε στη θάλασσα και διανυκτέρευε κάτω από τα νερά». Αργότερα εμφανίσθηκαν και άλλα όμοιοειδή όντα, πού το μυστικό τους υποσχέθηκε να φανερώσει ό Μπερόζο, αλλά δεν διασώθηκε καμμιά εξήγηση, για το μύθο αυτό.
Χωρίς αμφιβολία, έχει μεγάλη σημασία ή λεπτομέρεια του μύθου του «Ώάννις» πού περνάει τη νύκτα του όχι κοντά στους ανθρώπους αλλά στο σκάφος του (το αυγό). Ένα σκάφος βέβαια πολύ διαφορετικό από τα πλεούμενα της εποχής εκείνης. Ό πληθυντικός αριθμός του «Ώάννες» λογικά μας κάνει να σκεφθούμε πολλά όντα, πού είχαν αρχαίες γνώσεις. Ή προέλευση αυτών των γνώσεων
παραμένει μέσα στο πιο βαθύ μυστήριο προ πάντων για τα όσα λίγα περιγράφονται τόσο για το σκάφος, όσο και για το μέρος πού εμφανιζόταν. Το όν συμπεριφερόταν με ασυνήθιστο φέρσιμο και εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν ξαφνικά στην ιστορία των πρώτων πολιτισμών (Ώάννες ή ‘Οες λένε
οί σοφοί ότι στη ασσυριακή διάλεκτο σημαίνει Ξένος), και πραγματικά σαν ξ έ ν ο ς συμπεριφέρθηκε, ώστε να μη δείχνει ούτε πώς τρώει ή τί τρώει, ούτε πώς κοιμάται. Περιοριζόταν απλά στα ουσιώδη καθήκοντα του να διδάσκει τους πρώτους ανθρώπους.
Γι’ αυτόν το θρύλο διαβάζουμε ακόμα στο σπάνιο αυτό έργο «Ηρθε κάποτε από τη θάλασσα ένας «ξένος», πού έδωσε στους Χαλδαίους τις αρχές του πολιτισμού». “Ισως να ήταν σκεπασμένος από το κεφάλι ως τα πόδια με λέπια ψαριού. Κάθε βράδυ, έμπαινε στο σκάφος του. Μέσα σ’ αυτό έτρωγε,
χωρίς να τον βλέπει κανείς. Όσον άφορά στο Πρωταρχικό Αυγό, πού από μέσα του έβγαινε, ή ονομασία του έχει σχέση με την ελληνική λέξη Ώόν=Αυγό, πού από την ονομασία αυτή προήλθε ή προσφώνηση του σε Ώάν – Ώάννες.
Στην εποχή του Μπεριόζο, δεν μπορούσε να υπάρξει άλλη διευκρίνηση για το μέσον, πού έφερε το τέρας, από το Αυγό. Έτσι, ώστε Αυγό και Σκάφος να σημαίνει ένα και το αυτό πράγμα. Από κει άλλωστε προήλθε και το όνομα του Ώόν (Ώάννες). Όπως θα δούμε στη συνέχεια έδόθηκαν πολλά και διάφορα ονόματα σ’ αυτά τα μυστηριώδη όντα.
4) Ή Βρεταννική Εγκυκλοπαίδεια αναφέρει την προσφώνηση «Ώάννες» (ακόμη Γιάννες – Γιουχάννες – Γιουνάν) και ακριβολογεί ότι, «Στή Βαβυλωνική Μυθολογία ό Μπερόζο ονομάζει έτσι ένα μυθικό όν, πού δίδαξε στους ανθρώπους τις επιστήμες. Αυτό το όν είναι ό ίδιος ό θεός Έα παρ’ όλο πού δεν μπορούν να συσχετισθούν τα δύο ονόματα», θα πρέπει όμως να εξετάσουμε και την πιθανότητα άν Ώάν – Έα – Ένκι, από ορισμένες ιδιότητες τους, μπορούμε να πιστοποιήσουμε ότι ό Έα ή ό Ένκι είναι ή θεοποίηση αυτών των ίδιων των Ώάννες.
Ό Μπερόζο μας λέγει στην περιγραφή του ότι ήταν ένα όν με σώμα ψαριού άλλά με άνθρώπινη όψη, όσον άφορά στο κάτω μέρος του σώματος του. ‘Η εξήγηση της περιγραφής αυτής είναι σαφής: δεν νοείται ένα όν να είναι ανθρώπινο μόνο από τη μέση και κάτω, αλλά υπαινίσσεται δίχως άλλο ένα ολόκληρο ανθρώπινο σώμα (έναν άνθρωπο) κάτω από μια στολή λεπιδωτή ίσως καί γλοιώδη φαινωμενικώς, ώστε να θυμίζει στους Σουμέριους καί τους Άσσυρο – Βαβυλώνιους τόσο το ψάρι όσο και το φίδι. Δεν πρέπει να είναι χωρίς νόημα καί ή αναφορά της ίδιας Εγκυκλοπαίδειας όπου όταν αναφέρεται στις μεσο-άνατολικές περιγραφές καί μυθολογίες, μας θυμίζει καί τους μύθους των Μεταμορφώσεων, πού έκρίθηκαν ανάλογοι, δηλαδή σχετικοί με τις Σειρήνες καί τη «Λατρεία του Όφφεως». —«Κατοικεί στον Περσικό Κόλπο (Ερυθρά θάλασσα), διαβάζουμε εν συνεχεία, «και την ήμερα βγαίνει από τα ύδατα καί μεταδίνει στους ανθρώπους γνώσεις γραφής, τέχνης καί διάφορες επιστήμες». Για τον εκπαιδευτικό του ρόλο είπαμε πολλά, (σ’ αυτούς ίσως πρέπει να προσθέσουμε ότι οφείλουμε το σύστημα γραφής καί το αλφάβητο). Ή προέλευση τους είναι πιο σαφής καθώς ύποστηρίζούμε και εμείς. Ή πρωινή τους ανάδυση από τα νερά επιβεβαιώνει ακόμη περισσότερο τη Μπεροζική ιδέα για ένα «Ώάννι», πού περνάει τη νύκτα του κάτω από το νερό. Το σκάφος του, λοιπόν, ήταν κάτι πού έμοιαζε σαν «αυγό υποβρύχιο», πού για να μπει μέσα ό «Ώάννις» έπρεπε ίσως να φορέσει σκάφανδρο; Γιατί όμως να υπάρχει τόσο μυστήριο γύρω από το σκάφος του; Μήπως γιατί έπρεπε να προστατευθεί το όν από τη φυσική άλλωστε «περιέργεια των τότε ανθρώπων, ώστε να μη του δημιουργηθούν «δυσκολίες», σε ότι για το ίδιο ήταν «το μόνο μέσο ζωής» και ίσως «ή σιγουριά της επιστροφής», από εκεί από όπου τόσο αναπάντεχα ήρθε ο «Ώάννις» ή οί «Ώάννες»;
Ό Enki ήταν υποχθόνια μορφή θεότητας όπως θα ήταν μάλλον και οι Άπκαλλού, αν κρίνουμε από τη παρουσία τους συνήθως στις νεκρώσιμες τελετές, όπως μπορούμε να δούμε σε μια βαβυλωνιακή κολώνα, όπου κάτω από τον νεκρό αναπαριστάνεται ή μυστηριώδης κόλαση και τα όντα της.
Όλα αυτά όμως είναι υποθέσεις και ερωτηματικά πού μας κάνουν να βλέπουμε το γεγονός σχεδόν τόσο απίστευτο, ώστε σ’ εκείνη την μακρυνή πρωτοϊστορική περίοδο να παίρνει διαστάσεις απλησίαστες για τις ανθρώπινες γνώσεις. Μπορούμε όμως να ποϋμε ότι, ό λεγόμενος «Ξένος» ήταν αρκετά δημοφιλής, αν κρίνουμε από τα πολυάριθμα επίθετα, πού του είχαν δώσει. Π.χ. Ανέκδοτος – Ώδακον – Εύεδόκους – Ένεύγαμος – Ένεύουλος – Άνέμενδος. Μεταξύ των άνατολιστών μερικοί υποστηρίζουν ότι, ό εκπληκτικός πολιτισμός των Σουμερίων οφείλεται κατά μέγα μέρος στον λατρευτικό του χαρακτήρα, (θρησκευτικό) πού έδιδάχθηκαν από τις «περιοδικές επισκέψεις αμφιβίων όντων, πού έφερναν τη γνώση», (Οί Ώάννες – τους οποίους λάτρευαν σα θεούς). Αυτός όμως, πού περισσότερο από όλους συνέβαλε στο να διατηρηθεί ο μύθος του από τον 3ο π,Χ. αιώνα ως σήμερα, είναι ό Χαλδαΐος ιστορικός Μπερόζο, πού εκτός από εξαίρετος Αστρονόμος και Μάντης ήταν και Ιερέας, ίσως απόγονος της αρχαίας εκείνης τάξεως των επτά σοφών από τους ίδιους τους «Ώάννες» πού ονομάσθηκαν «ΑΠΚΑΛΟΥ».
Solas Boncompagni